Ἰόλης

Ἰόλης
Ἰόλευς
masc nom pl
Ἰόλευς
masc nom/voc pl
Ἰόλη
fem gen sg (attic epic ionic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • ύλλος — Γιος του Ηρακλή από τη Δηιάνειρα, σύζυγος της Ιόλης. Υιοθετήθηκε από τον Αιγίμιο, βασιλιά των Δωριέων της Θεσσαλίας, και ηγήθηκε εκστρατείας Δωριέων στην Πελοπόννησο, για ν’ αποκατασταθεί στο θρόνο της Τίρυνθας, που είχε στερήσει ο Ευρυσθέας από… …   Dictionary of Greek

  • Ίφιτος — Όνομα μυθολογικών προσώπων. 1. Γιος του Ευρύτη, βασιλιά της Οιχαλίας, και αδελφός της Ιόλης. Θανατώθηκε από τον Ηρακλή, ο οποίος τον γκρέμισε σε στιγμή θυμού από τα τείχη της Τίρυνθας. Ο Ί. δώρισε στον Οδυσσέα το τόξο με το οποίο ο τελευταίος… …   Dictionary of Greek

  • Λαουράνα, Φραντσέσκο — (Francesco Laurana, Βράνα, Ιταλία 1430; – Αβινιόν, Γαλλία 1502). Ιταλός γλύπτης. Εργάστηκε στη Νάπολη, στο Ουρμπίνο, στη Σικελία και στη Γαλλία. Για πρώτη φορά αναφέρεται το 1453 μεταξύ των καλλιτεχνών που κατασκεύαζαν στη Νάπολη τη γλυπτική… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”